Το
Μουσείο Άλεξ Μυλωνά–Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης παρουσιάζει
τη δωρεά της Μάγδας Κοτζιά από 60 έργα σημαντικών καλλιτεχνών με τους οποίους συνεργάστηκε στο Παρίσι. Η δωρεά αυτή παρουσιάζει μια πολύπλευρη πραγματικότητα της καλλιτεχνικής ζωής του Παρισιού της περιόδου
1968-1973 με έργα από κινήματα όπως οι
decollagistes, οι
λετριστές, το
Mec Art, οι
νέοι ρεαλιστές κ.α., στα οποία δίπλα
συμμετέχουν καλλιτέχνες από όλο τον κόσμο και βέβαια έλληνες καλλιτέχνες που βρίσκονται στο Παρίσι εκείνη την εποχή. Η δωρεά αυτή της Μάγδας Κοτζιά έρχεται να συμπληρώσει με τρόπο εύγλωττο και γενναιόδωρο τη δωρεά του Αλέξανδρου Ιόλα παρουσιάζοντας με τον τρόπο αυτό ένα ακόμα ευρύτερο ορίζοντα της σχέσης της Ελλάδας με το Παρίσι και προσθέτοντας στους αισθητικούς και κοινωνικούς λόγους και τους πολιτικούς. Η έκθεση
“Rue de l’Ouest 100. Mec Art Graphic 1972” Η πρώτη εκδοτική απόπειρα της Μάγδας Κοτζιά στο εργαστήρι του Νίκου Κεσσανλή και της Χρύσας Ρωμανού στο Παρίσι και η δωρεά της στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης σε
επιμέλεια Ντένη Ζαχαρόπουλου είναι μια παραγωγή του
Μουσείου Άλεξ Μυλωνά-Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, θα διαρκέσει από τις
23 Μαρτίου έως και τις
27 Μαΐου 2012 και
εγκαινιάζεται την
Παρασκευή 23 Μαρτίου, στις
20:00.
Η Μάγδα Κοτζιά, κυρίως γνωστή σαν σημαντική εκδότρια βιβλίων και ιδρύτρια των εκδόσεων Εξάντας, θα πει σε μια σημαντική συνέντευξη στην Κατερίνα Αγγελιδάκη (Ελευθεροτυπία, 23/10/2009): "Ο Εξάντας δημιουργήθηκε το 1974, αμέσως μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας, με φαντασία, ρίσκο και πολλές καινοτομίες" δηλαδή μετά τα χρόνια της εξορίας στο Παρίσι, όπου διαφεύγει το 1968 για να αποφύγει τη σύλληψη. Εκεί έχει και την πρώτη της εκδοτική εμπειρία. (...) Όλα τα άλλα ήρθαν μόνα τους. Επί χούντας βρέθηκα εξόριστη στο Παρίσι για έξι χρόνια. Θυμάμαι ότι πήγαινα στους Γάλλους εκδότες με πολλή άνεση και τους έλεγα ότι όταν γυρίσω στην Ελλάδα θα κάνω εκδοτικό οίκο, χωρίς να ξέρω ούτε πότε ούτε αν θα μπορούσα να επιστρέψω. Με εμπιστεύτηκαν. Έκλεινα τίτλους και πλήρωνα μεταφράσεις με τα χρήματα που μου έστελνε ο πατέρας μου. (...) Μερικοί δυστύχησαν πολύ στην εξορία. Εγώ, όχι. Άρχισα να φτιάχνω τη ζωή μου για να μη νιώθω ξεκρέμαστη. Και συνειδητοποίησα ότι ήμουν πολύ Ελληνίδα, που για μένα σημαίνει πολίτις του κόσμου. Έκανα ότι μπορούσα για να βοηθήσω τη χώρα μου, αλλά προχωρούσα και ως άνθρωπος, μέσα από σπουδές, γνωριμίες με σημαντικές προσωπικότητες και ταξίδια. Ευρώπη, Λατινική Αμερική, Αφρική και αλλού. Ξέρω απ' έξω τον μισό κόσμο, όχι ως τουρίστρια, αλλά εις βάθος."
Μέσα σ' αυτό το κλίμα, μαζί με τον Καστοριάδη, τον Αξελό, τον Πουλαντζά, θα γνωρίσει τον Νίκο Κεσσανλή και τη Χρύσα Ρωμανού, και σε συνέχεια τον σημαντικό τεχνοκριτικό Pierre Restany, που συγκεντρώνει γύρω του όλες τις πρωτοποριακές τάσεις του Παρισιού και της Ευρώπης κι έχει βέβαια ιδιαίτερη σχέση με κάποιους σημαντικούς έλληνες καλλιτέχνες όπως ο Νίκος, ο Κανιάρης κι ο Δανιήλ, τους όποιους παρουσιάζει στη Μπιενάλε της Βενετίας το 1964 σαν απάντηση στην αμερικάνικη ποπ. Στη συνέχεια φτιάχνει με τον Κεσσανλή την ομάδα του Mec Art, συγκεντρώνοντας καλλιτέχνες που κάνουν πολύ διαφορετικά πράγματα μεταξύ τους αλλά με κοινό τόπο το ότι δουλεύουν με μηχανικά μέσα και όχι με τα χέρια.
Από εκείνη την περίοδο και μετά ο Κεσσανλής, μέσα στους πολλούς πειραματισμούς, μαζί με τη Χρύσα και την Μάγδα Κοτζιά αγοράζουν ένα τεράστιο επαγγελματικό μηχάνημα παραγωγής μεταξοτυπιών. Η χούντα που βρίσκει τον Νίκο και τη Χρύσα στο Παρίσι ωθεί μια σειρά από καλλιτέχνες να έρθουν σε επαφή μαζί τους για πολιτικούς λόγους. Το μηχάνημα και το ατελιέ λειτουργεί από το 1968 και μετά στο 100, rue de l’Ouest, όπου δημιουργούνται έργα μέσα από την συνεύρεση ενός πολύ μεγάλου μέρους των αντιστασιακών διανοουμένων, ελλήνων και ξένων. Τα γεγονότα της Τσεχοσλοβακίας, ο Μάης του ’68, η αντίσταση δίνουν στην αφίσα ένα σημαντικό ρόλο. Η αφίσα μπαίνει στη ζωή των ανθρώπων ξανά για πολιτικούς λόγους και σε αντίθεση με την αμερικάνικη ποπ, όπου η αφίσα παίζει τον ρόλο της εικόνας, στην ευρωπαϊκή τέχνη η αφίσα αποτελεί πολιτικό γεγονός. Η ποιητική της πολιτικής συγκεντρώνει όλο και περισσότερο τους καλλιτέχνες γύρω και για πολύ διαφορετικούς λόγους από τη Mec Art και το μηχάνημα στο ατελιέ του Νίκου.
Η Μάγδα Κοτζιά φτάνει στο Παρίσι σαν μέλος της Δημοκρατικής Άμυνας για να αποφύγει την σύλληψη και έτσι πρώτα για πολιτικούς λόγους, και μετά συναντώντας τους καλλιτέχνες θα ξεκινήσει και την πρώτη της εκδοτική απόπειρα. Μέσα σε αυτό το κλίμα, μέσα από αυτούς τους πειραματισμούς, αυτούς τους προβληματισμούς διανοούμενων και καλλιτεχνών από διαφορετικές τάσεις προκύπτει σιγά σιγά η ιδέα, πέρα από την προσωπική δουλειά του καθενός και πέρα από τις αμιγώς πολιτικές χρήσεις της μεταξοτυπίας και της αφίσας που τυπώνονται κατά κόρον στο ατελιέ του Νίκου, να δημιουργηθεί μια σειρά από έργα ιδίου μεγέθους (51 Χ 67 εκ.) που θα στηρίξουν οικονομικά τη λειτουργία του εργαστηρίου αλλά και τον αγώνα των ελλήνων αντιστασιακών. Έχουν περάσει χρόνια από την έναρξη της δικτατορίας στην Ελλάδα και οι συνθήκες γίνονται όλο και δυσκολότερες. Τα έργα δημιουργούνται τόσο για να συντηρηθούν τα μέσα που επιτρέπουν τη δημοσίευση αφισών για την αντίσταση, όσο και για να συντηρηθούν και οι ίδιοι και ένα μεγάλος μέρος εκπατρισμένων στο Παρίσι. Η Μάγδα Κοτζιά αναλαμβάνει την οργάνωση και διακίνηση της έκδοσης Mec Art Graphic το 1972. Η σειρά αυτή συγκεντρώνει κατ’ αρχήν τους στενούς φίλους του Νίκου και της Χρύσας (Δανιήλ, Κωνσταντίνος Ξενάκης, Κώστας Καραχάλιος, Ναυσικά Πάστρα) και μέσα από τη σχέση τους με τον Pierre Restany, σημαντικούς ξένους καλλιτέχνες που ζουν στο Παρίσι επίσης (Erik Dietman, Alex Mlynarsik, Antoni Miralda, Gil Joseph Wolman, Seund Ja Rhee, Davos Hanich, Wright Royston Adzak, Herve Ficher), καλλιτέχνες από την ομάδα των decollagistes (Jacques Mahe de la Villegle, Raymond Hains και Francois Dufrene) και βέβαια κάποιους σημαντικούς καλλιτέχνες της παλιότερης γενιάς που συνεχίζουν να πειραματίζονται όπως ο Francois Arnal, o Louis Chavignier, ο Camille Bryen, ο Jacques Spacagna, αλλά και νεότερους όπως ο Yvon Taillandier, ο Alain Kirili, o Nicolas Garcia Uriburu, ο Anton Cetin, o Arthur Aeschbacher, o Victor Cupsa, o Nerot, η Claude Torey και ο Eduardo Jorge Eielson, που εκφράζουν το διεθνές κλίμα του Παρισιού το 1972.
Η Μάγδα Κοτζιά μετά την μεταπολίτευση παίζει καθοριστικό ρόλο στον εκδοτικό χώρο όπου με τις εκδόσεις Εξάντας θα σφραγίσει τα ελληνικά γράμματα με την αντισυμβατική επιλογή σημαντικών συγγραφέων, την αδέσμευτη στάση της, την υποστήριξη που παρέχει στην ελεύθερη σκέψη, αλλά και την πολιτική της ένταξη που θα είναι κυρίως φιλοσοφία ζωής και όχι κομματική σκοπιμότητα. Η φιλία της με τον Κεσσανλή θα κρατήσει μέχρι το τέλος και δεν θα πάψει ποτέ να ενδιαφέρεται και να παρακολουθεί το έργο των περισσότερων ζωγράφων με τους οποίους συνεργάστηκε. Παράλληλα διατηρεί μια δυναμική σχέση με το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και με τους πνευματικούς πολίτες και καλλιτέχνες που δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για την ύπαρξη και ίδρυση του μουσείου και των συλλογών του και το 1994 δωρίζει μια πλήρη σειρά των μεταξοτυπιών στη μόνιμη συλλογή του μουσείου, που εκτίθεται για πρώτη φορά ολόκληρη σε αυτή την έκθεση.
Με την έκθεση αυτή θέλουμε επίσης να τιμήσουμε την εξαιρετική αυτή δωρεά που παρουσιάζει ένα πανόραμα υψηλού επιπέδου της καλλιτεχνικής ζωής και των καλλιτεχνών εκείνα τα χρόνια (1968-1972), αποτυπώνοντας το διεθνές κλίμα, τους ζωγραφικούς πειραματισμούς, τις νέες τάσεις, τη κριτική στάση των καλλιτεχνών έναντι της αύρας του μοναδικού αντικειμένου που τους κάνει να ενδιαφέρονται για τη χρήση των μηχανικών μέσων και των πολλαπλών εκδόσεων όχι για εμπορικούς αλλά για ουσιαστικούς λόγους. Οι εκδόσεις αυτές όπως και το βιβλίο στοχεύουν στην ευρεία διάχυση της καλλιτεχνικής δημιουργίας, άμεσης σχέσης με ένα φιλότεχνο κοινό ασχέτως της οικονομικής του δυνατότητας, τον κοινωνικό ρόλο της τέχνης και τη δημοκρατικοποίηση της αγοράς της.
Τέλος, όπως τονίζει στη συνέντευξή της στην Ελευθεροτυπία η Μάγδα Κοτζιά: "Η βαθύτερη ανάγκη μου ήταν να μεταδώσω στον κόσμο αυτά που είχα μάθει ταξιδεύοντας και διαβάζοντας. Με ενδιέφερε η μείξη των πολιτισμών, η περιέργεια για το τι γίνεται στον κόσμο. Θέλησα να μεταδώσω το πολυπολιτισμικό στοιχείο στους Έλληνες, το άνοιγμα των οριζόντων, το κέφι για τη ζωή, τη δοκιμασία, την περιπέτεια.”
Βιογραφικά στοιχεία Μάγδας Κοτζιά
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1940.
Σπούδασε Οικονομικές και Πολιτικές Επιστήμες στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο.
Το 1968 διέφυγε στο Παρίσι ως μέλος της Δημοκρατικής Άμυνας.
Το 1973 επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη ιδρύοντας το Βιβλιοπωλείο Κοτζιά.
Το 1974 ίδρυσε τον εκδοτικό οίκο Εξάντας, ο οποίος αριθμεί πάνω από 1.000 τίτλους, περιλαμβάνοντας βιβλία ψυχολογίας, ελληνικής και ξένης πεζογραφίας, παιδικής λογοτεχνίας, λευκώματα και άλλα, εκπροσωπώντας συγγραφείς όπως οι Βασίλης Αλεξάκης, Κώστας Ταχτσής, Ερνέστο Σάμπατο, Φερνάντο Πεσσόα, Χόρχε Σεμπρούν κ.α..
Κατά τη διαμονή της στο Παρίσι (1968-1973) εξέδωσε σειρά μεταξοτυπιών Ελλήνων και Γάλλων καλλιτεχνών, σε συνεργασία με τον Νίκο Κεσσανλή. Πλήρης σειρά αυτής της έκδοσης έχει δωρίσει το 1994 στη μόνιμη συλλογή του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης.
Ευχαριστούμε θερμά τον αδελφό της Μάγδας Κοτζιά κ. Αργύρη Παπαγεωργίου, τον κ. Αθανάσιο Μπεργελέ, τον κ. Δημήτρη Τσουμπλέκα για την καθοριστική βοήθειά τους στην πραγματοποίηση της έκθεσης.
Συνεπιμελητής έκθεσης: Αλέξιος Παπαζαχαρίας, ιστορικός τέχνης
Επιστημονική έρευνα & τεκμηρίωση: Μάρω Ψύρρα, ιστορικός τέχνης, επιμελήτρια Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης
Επιμέλεια Έκθεσης : Ντένης Ζαχαρόπουλος
Διάρκεια : 23 Μαρτίου έως 27 Μαΐου 2012
Εγκαίνια : Παρασκευή, 23 Μαρτίου 2012, 20:00
Συντονισμός παραγωγής & επικοινωνία: Ελένη Κωτσαρά eleni.kotsara@mmca-mam.gr
Πηγή:http://mouseioalexmylona.blogspot.com/